Μέ τήν ᾽Ανάληψή Του ὁ Κύριος ὁλοκλήρωσε τό ἀπολυτρωτικό καί σωτηριῶδες ἔργο Του στή γῆ. Ἡ εἰς Οὐρανούς ἄνοδός Του ἦταν ἡ συνέχεια τῆς Γεννήσεώς Του, τῆς Βαπτίσεώς Του, τοῦ διδασκαλικοῦ ἔργου Του, τῆς Σταυρώσεως καί τῆς ᾽Αναστάσεώς Του. Ὅ,τι ξεκίνησε ὁ Κύριος ἐρχόμενος στόν κόσμο ἔφτασε στό πέρας του μέ τήν Θεία Του ᾽Ανάληψη: ἕνωσε τούς ἀνθρώπους μέ τόν Τριαδικό Θεό. Σύμφωνα μέ τό κοντάκιο τῆς ἑορτῆς, πού συμπυκνώνει τήν οὐσία της, ὁ Κύριος ἀνελήφθη ἐν δόξῃ ῾τήν ὑπέρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν καί τά ἐπί γῆς ἑνώσας τοῖς οὐρανίοις᾽.
Ἡ ἐν δόξῃ αὐτή ᾽Ανάληψη δέν ἀποτελεῖ ἀπόρριψη ἀπό τόν Κύριο τοῦ φυσικοῦ σκηνώματός Του καί ἐπάνοδό Του ὡς Θεοῦ μόνου στά δεξιά τοῦ Πατέρα. Ὁ Κύριος ἀναλαμβάνεται στούς Οὐρανούς, ῾ὅπου ἦν τό πρότερον᾽, μέ τό ἅγιο σῶμα Του, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Θεοῦ δέν ἦταν μία παρένθεση στήν ὅλη ζωή Του. Τέτοιες παρενθέσεις βλέπουμε στίς ῾θεότητες᾽ τῶν ᾽Αρχαίων ῾Ελλήνων ἤ καί ἄλλων λαῶν, ὅταν κάποιος ῾Θεός᾽ φανερώνεται ὡς ἄνθρωπος στόν κόσμο, γιά νά ἐπιτελέσει κάποια συγκεκριμένη ἀποστολή, προκειμένου στή συνέχεια νά ἐπανέλθει στήν κανονική του τάξη. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς ῾Αγίας Τριάδος, σαρκώνεται ὡς ἄνθρωπος, προσλαμβάνει τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν κρατάει διαπαντός. ῎Αν ἡ ἀνθρωπότητα θεραπεύτηκε ἀπό τό τραῦμα τῆς ἁμαρτίας ἦταν γιατί ὁ Θεός μας ἀπό ἄπειρη ἀγάπη κινούμενος ἕνωσε τή ζωή Του μέ ἐμᾶς. Γιά πάντα στή Θεότητα ὑπάρχει πιά καί ἡ ἀνθρώπινη φύση. Κι αὐτό θά πεῖ ὅτι ἐν Χριστῷ ὁ ἄνθρωπος ῾κατέκτησε᾽ τούς οὐρανούς. ῎Ηδη βρισκόμαστε μέσα στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. ῾Πορεύομαι ἑτοιμάσαι τόπον ὑμῖν᾽ εἶπε ὁ Κύριος (᾽Ιωάν. 14,2).
Ἡ μεγάλη αὐτή ἀλήθεια ἀποκαλύπτει πέρα ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀξία πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἕνα ὄν τυχαῖα ριγμένο στόν κόσμο. Δέν εἶναι ἀκόμη ἕνα ἀπό τά πολλά ὄντα τοῦ κόσμου. Μέ τήν πρόσληψή του ἀπό τόν Θεό καί τή διαπαντός διακράτησή του ἀπό ᾽Εκεῖνον μέσα Του φανέρωσε τήν ἄπειρη ἀξία πού ἔχει καί ὁ ἴδιος. ᾽Αξία ὅμως πού δέν ἀποκτᾶ ἀπό μόνος του, ἀλλά ἀπό τή σύνδεση καί τή σχέση του μέ τό Δημιουργό Του.῾Ο Θεός εἶναι ᾽Εκεῖνος πού δίνει ἀξία στόν ἄνθρωπο καί ὄχι κάτι πού κατέχει αὐτός. Εἶναι στήν πραγματικότητα τό ῾κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ’ στόν ἄνθρωπο, τό ὁποῖο καθάρισε ὁ Χριστός ἐρχόμενος στόν κόσμο καί τό ἔφτασε στό ἀπώγειό του ὡς ῾καθ᾽ ὁμοίωσιν᾽ μέ τήν ἔνδοξη ᾽Ανάληψή Του. Διαφορετικά, ἀπό μόνοι μας, χωρίς τόν Θεό, εἴμαστε ὅ,τι ἐπισημαίνουν ὅλοι οἱ ἅγιοι ὅλων τῶν ἐποχῶν: ῾γῆ καί σποδός᾽, ῾σκωλήκων βρῶμα καί δυσωδία᾽, κυριολεκτικά ἕνα τίποτα: ῾χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν᾽, πού εἶπε καί ὁ Κύριος ( ᾽Ιωάν. 15,5). Κατά συνέπεια ἡ ἀξία πού δίνει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο ὁδηγεῖ στήν καταδίκη κάθε ρατσιστικῆς ἀντίληψης καί στήν ὑπέρβαση κάθε ἀριστοκρατικῆς θεώρησης ὁμάδων ἀνθρώπων. Κανείς δέν εἶναι ἀνώτερος ἀπό κάποιον ἄλλον. Εἴτε λευκός εἴτε μαῦρος, εἴτε φτωχός εἴτε πλούσιος, εἴτε μορφωμένος εἴτε ἀμόρφωτος, εἴτε νέος εἴτε γέρος, ὅλοι ἔχουμε τήν ἴδια ἀξία πού μᾶς δίνει ὁ Θεός μας. ῾Οὐκ ἔνι ᾽Ιουδαῖος οὐδέ ῞Ελλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ. Πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ᾽Ιησοῦ᾽ (Γαλ. 3, 28). Ἡ ᾽Ανάληψη λοιπόν τοῦ Κυρίου, πέρα ἀπό τήν ὁλοκλήρωση τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, σημαίνει καί τή μεγάλη ἀξία τοῦ ἀνθρώπου.