Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ´ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ


του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη

Αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ

α. ῾Η ἑορτή τῶν Πατέρων τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καθορίζει καί τήν ἐπιλογή τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος τῆς σημερινῆς Κυριακῆς: ἐπιλέχτηκε τό ἀνάγνωσμα στό ὁποῖο ὁ ἀπόστολος Παῦλος μεταξύ ἄλλων μιλάει γιά τήν στάση ἔναντι τῶν αἱρετικῶν ἀνθρώπων, δεδομένου ὅτι οἱ εἰκονομάχοι, ἐκεῖνοι πού ἐπισήμως ἀπό τίς ἀρχές τοῦ  8ο μ.Χ. αἰ. καί γιά πολλά χρόνια ἀργότερα πολέμησαν τίς εἰκόνες καί τίς θεώρησαν ὡς ἐκτός πίστεως, ἀποδείχτηκαν ἐν τέλει ἀπό τήν ᾽Εκκλησία μας, μέ τούς Πατέρες τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (787 μ.Χ.), αἱρετικοί. Κι αὐτό διότι οἱ ἅγιοι αὐτοί Πατέρες ἔδειξαν ἐν Πνεύματι ὅτι ἡ ἄρνηση ἐξεικονισμοῦ τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ καί κατ᾽ ἐπέκταση τῶν ἁγίων - ὅ,τι πρέσβευαν οἱ εἰκονομάχοι -  σημαίνει στό βάθος εἴτε ἄρνηση ἀποδοχῆς τῆς πραγματικότητας τῆς ἀνθρώπινης φύσης τοῦ Χριστοῦ, συνεπῶς ἔκπτωση στόν μονοφυσιτισμό, εἴτε διαγραφή τῆς θεϊκῆς φύσης Του, συνεπῶς ἔκπτωση στόν νεστοριασμό. Καί στίς δύο περιπτώσεις ἐπρόκειτο πάντως  γιά χριστολογική αἵρεση, ἡ ὁποία διέστρεφε τήν πίστη καί γι᾽ αὐτό ἔπρεπε νά καταπολεμηθεῖ. ῾Η ᾽Εκκλησία μας λοιπόν ἐξ ἀφορμῆς τῶν αἱρετικῶν εἰκονομάχων, ἀλλά καί τῶν αἱρετικῶν τῆς κάθε ἐποχῆς μέχρι σήμερα, ὑπενθυμίζει τήν ὀρθή στάση ἔναντι αὐτῶν: ῾αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ᾽. 

β. 1. Ποιός θεωρεῖται αἱρετικός ὅμως γιά τήν ᾽Εκκλησία;
 (1) Αὐτός πού, ὅπως ἀναφέραμε, ἀλλοιώνει τήν ὀρθή πίστη της, τήν πίστη δηλαδή πού ἔφερε ὁ Κύριος ᾽Ιησοῦς Χριστός, καί γι᾽ αὐτό προσφέρει ἕναν Χριστό ὄχι ἀληθινό, ὄχι τήν εἰκόνα πού ᾽Εκεῖνος ἀποκάλυψε, ἀλλά ἕνα κατασκεύασμα τοῦ δικοῦ του μυαλοῦ, ἕνα εἴδωλο πού ἁπλῶς τό ντύνει μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ λέξη αἵρεση προέρχεται ἀπό τό ρῆμα αἱροῦμαι πού σημαίνει προτιμῶ, ἐκλέγω. Κι αὐτό θά πεῖ ὅτι ὁ αἱρετικός κάνει ἐπιλογή: ἀπό τό ὅλο τῆς ἀλήθειας ἐπιλέγει ἕνα κομμάτι της, τό ὁποῖο κομμάτι τό ἀπολυτοποιεῖ θεωρώντας το ὡς τό ὅλο. Κι αὐτό σημαίνει ὅτι τελικῶς τήν ἀλήθεια τήν διαστρεβλώνει. Γιά παράδειγμα, ἐνῶ ὁ Χριστός μας εἶναι Θεός καί ἄνθρωπος, ὁ αἱρετικός μπορεῖ νά τόν παρουσιάζει μόνον Θεό ἤ μόνον ἄνθρωπο. Τί ἀποτελεῖ κριτήριο συνεπῶς γιά ἕναν αἱρετικό; ῎Οχι ἀσφαλῶς ἡ πίστη τῆς ᾽Εκκλησίας, ἀλλά ἡ κρίση ἡ δική του. Τήν δική του λογική ἔχει ὡς βάση ὁ αἱρετικός, αὐτήν πρωτίστως ἐμπιστεύεται καί μέ βάση αὐτήν κρίνει καί τήν ἴδια τήν ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ. Γι᾽ αὐτό καί τό βάθος πάντοτε μίας αἵρεσης εἶναι ἕνας ἀπύθμενος ἐγωισμός: ἡ πεποίθηση ὅτι ὁ ἴδιος ὡς μέλος ὑπέρκειται τοῦ σώματος καί πρέπει ὅλοι νά ὑποταχθοῦν σέ αὐτόν. Κατά συνέπεια δέν παραξενευόμαστε ὅταν ἀκοῦμε ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες μας ὅτι δέν ὑπάρχει χειρότερο πράγμα ἀπό τήν αἵρεση.

Διαβάστε τη συνέχεια στο ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου